-23%

VITAMIN D3 5000IU 60softgels NATURAL PLUS

32,96 

Για την Καλή Λειτουργία του Νευρικού Συστήματος, Υγιή Οστά & Δόντια, Λειτουργεί Συνεργιστικά με το Ασβέστιο.

Availability: Ρωτήστε μας για τη διαθεσιμότητα SKU: 26921 Κατηγορίες: , ,

Περιγραφή

VITAMIN D3 5000IU

Κάθε μαλακή κάψουλα περιέχει 5.000 IU βιταμίνης D3 (χοληκαλσιφερόλη). Είναι απαραίτητη για τον μεταβολισμού του ασβεστίου και του φωσφόρου και την υγεία των οστών. Επίσης συμβάλλει στην κανονική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και στη διατήρηση των φυσιολογικών δοντιών και των μυών. Η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D3 βοηθά στην πρόληψη της οστεοπόρωσης και στην αντιμετώπιση της οστεοπενίας, στην σωστή λειτουργία τού νευρικού συστήματος και μειώνει τα συμπτώματα δερματικών παθήσεων (ψωρίαση, δερματίτιδα). Θεωρείται απαραίτητη για άτομα που δεν εκτίθενται συχνά στον ήλιο, μεσήλικες, ηλικιωμένους, γυναίκες στην εμμηνόπαυση και άτομα με διαταραχές μεταβολισμού της βιταμίνης D.

Παρασκευάζεται σύμφωνα με τα αυστηρότερα πρότυπα καθαρότητας, ακολουθώντας τον κανονισμό 65 της Καλιφόρνιας.

  • Χωρίς γλουτένη
  • Φυσικό προϊόν χωρίς χρωστικές

Ανάλυση Συστατικών:

Βιταμίνη D:

Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη απαραίτητη για την υγεία των οστών και των δοντιών. Προάγει την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου από το έντερο και την εναπόθεσή τους στα οστά (επιμετάλλωση). Συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του ανοσοποιητικού και νευρικού συστήματος και βοηθά στην πρόληψη διαφόρων χρόνιων και αυτοάνοσων νοσημάτων .
Είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη νηπιακή και παιδική ηλικία, καθώς συμβάλλει στη σωστή και υγιή σκελετική ανάπτυξη. Οι βασικές μορφές βιταμίνης D είναι η D2 (εργοκαλσιφερόλη) και η D3 (χοληκαλσιφερόλη), που περιέχονται σε λίγες τροφές μόνο (λιπαρά ψάρια, γάλα, αυγά, συκώτι κ.ά.).

Το μεγαλύτερο ποσοστό βιταμίνης D που απαιτείται καθημερινά σχηματίζεται στο δέρμα. Κατά την έκθεσή μας στον ήλιο, η 7-διυδροχοληστερόλη μετατρέπεται, υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας, σε βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη) . Στη συνέχεια, η D3 υφίσταται δύο διαδοχικές υδροξυλιώσεις, μία αρχικά στο ήπαρ, όπου μετατρέπεται σε καλσιδιόλη (25(OH)D3), και έπειτα στους νεφρούς, όπου μετατρέπεται σε καλσιτριόλη (1,25(OH)D3), τη δραστική μορφή της βιταμίνης D.

Η καλσιτριόλη λειτουργεί στον οργανισμό ως στεροειδής ορμόνη και δρα σε διάφορους ιστούς, όπως το έντερο, τους νεφρούς, τα οστά, την καρδιά, τους μύες, τον εγκέφαλο, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, ρυθμίζοντας την έκκριση άλλων ουσιών, ενώ ελέγχει, άμεσα ή έμμεσα, περισσότερα από 200 γονίδια, συμπεριλαμβανομένου και αυτών που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, της κυτταρικής διαφοροποίησης, της απόπτωσης και της αγγειογένεσης.

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι όταν η επιδερμική σύνθεση της βιταμίνης D, καθώς και η διαιτητική της πρόσληψη, είναι ανεπαρκείς, επιβάλλεται συχνά η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D, ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία και ευεξία του οργανισμού.

Έλλειψη Βιταμίνης D:

Παρά την ικανότητα του οργανισμού να συνθέτει βιταμίνη D, ο σύγχρονος τρόπος ζωής (κλειστοί χώροι εργασίας, χρόνια χρήση αντηλιακών, ατμοσφαιρική ρύπανση, μειωμένη παραμονή στην ύπαιθρο, συνήθειες ένδυσης κ.ά.) έχει σαν αποτέλεσμα την περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, που μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D. Η έλλειψη σε βιταμίνη d μπορεί να οφείλεται επίσης σε ανεπαρκή πρόσληψή της μέσω της διατροφής, δυσαπορρόφηση της βιταμίνης από το έντερο (λόγω γαστρεντερικών ασθενειών, χειρουργεία bypass κ.ά.), παθολογικές καταστάσεις, όπως ηπατική δυσλειτουργία και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, καθώς και σε διάφορες κληρονομικές ή επίκτητες ασθένειες. Επιπλέον η παχυσαρκία, η αυξημένη μελανίνη στο δέρμα, η ηλικία, καθώς και ορισμένα φάρμακα αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D.

Άτομα που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες σε βιταμίνη D είναι:

  • τα βρέφη που θηλάζουν, ιδίως όταν δεν εκτίθενται συστηματικά στον ήλιο,
  • έγκυες,
  • θηλάζουσες,
  • άτομα με περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία,
  • άτομα με σκούρα επιδερμίδα,
  • χορτοφάγοι,
  • ηλικιωμένοι, ιδίως όσοι εμφανίζουν μειωμένη κινητικότητα, οστεοπόρωση, όσοι έχουν ιστορικό κατάγματος και όσοι διαμένουν σε οίκους ευγηρίας.

Έρευνες έδειξαν ότι, σε πολλούς ανθρώπους, καθημερινή λήψη 5.000IU βιταμίνης D συμβάλλει στη μέγιστη απορρόφηση ασβεστίου και στη διατήρηση της οστικής πυκνότητας, ενώ για θεραπεία της έλλειψης βιταμίνης D χορηγούνται πολύ μεγαλύτερες δόσεις που φτάνουν και τις 10.000IU ημερησίως, χωρίς να παρατηρούνται συμπτώματα τοξικότητας.

Η βιταμίνη D μετριέται σε διεθνείς μονάδες (IU). Μία IU βιταμίνης D αντιστοιχεί σε 0,025μg.

Βιταμίνη D και Καρκίνος
Ο ρόλος της βιταμίνης D στην προληπτική και θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Εντούτοις, η δεδομένη ικανότητά της να εμποδίζει τον ανώμαλο πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων κάνει εύλογη την υπόθεση ότι ο ρόλος αυτός δεν μπορεί παρά να είναι θετικός .
Επιδημιολογικές μελέτες ενισχύουν την υπόθεση αυτή, αφού δείχνουν ότι ορισμένοι καρκίνοι εμφανίζουν έξαρση σε πληθυσμούς με χαμηλή έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. Οι μέχρι σήμερα ενδείξεις για αντικαρκινική δράση της βιταμίνης D αφορούν κυρίως ορισμένους τύπους λευχαιμίας καθώς και τους καρκίνους προστάτη, στήθους, παχέος και ορθού εντέρου (altern Med Rev 2005, 10, 94-111) .
Βιταμίνη D και Οστά / Μύες
Τα επαρκή επίπεδα βιταμίνης D στους ενήλικες συμβάλλουν στη διατήρηση της οστικής μάζας και της μυϊκής λειτουργίας, καθώς και στην πρόληψη της οστεοπόρωσης και οστεοπενίας .
Μελέτες υποδεικνύουν ότι συγχορήγηση βιταμίνης D και ασβεστίου, σε συνδυασμό με άσκηση, μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καταγμάτων σε ενήλικες, καθώς και τη συχνότητα των πτώσεων και καταγμάτων στους ηλικιωμένους .
Για προληπτικούς σκοπούς, συνιστάται ημερήσια χορήγηση βιταμίνης D τουλάχιστον 800 IU, με ταυτόχρονη λήψη 500 mg ασβεστίου (J Am Phys Surg, 2009, 14(2), 38-45) .
Βιταμίνη D και Καρδιά / Υπέρταση
Τόσο πειραματικά, όσο και κλινικά δεδομένα δείχνουν ότι υπάρχει μία σαφής σχέση μεταξύ ανεπάρκειας βιταμίνης D και υπέρτασης .
Οι μέχρι τώρα έρευνες δείχνουν ότι η βιταμίνη D μπορεί να μειώσει τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης και πιθανόν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, εγκεφαλικού και εμφράγματος του μυοκαρδίου .
Βιταμίνη D και Αυτοάνοσα νοσήματα
Σύμφωνα με μελέτες, παιδιά που λαμβάνουν επαρκείς ποσότητες βιταμίνης D έχουν μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ως ενήλικες κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, όπως διαβήτη τύπου 1 και σκλήρυνση κατά πλάκας .
Επιπλέον, η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D, σε συνδυασμό με ασβέστιο, μπορεί να βοηθήσει ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας, μειώνοντας την ένταση των συμπτωμάτων .
Βιταμίνη D και Διαβήτης
Επιδημιολογικές μελέτες συσχετίζουν την έλλειψη βιταμίνης D με τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, καθώς και μεταβολικού συνδρόμου, ακόμα και στους εφήβους .
Από in vitro και in vivo πειράματα φαίνεται ότι η βιταμίνη D συμμετέχει ενεργά στη ρύθμιση της λειτουργίας των β-κυττάρων του παγκρέατος, ενισχύοντας την έκκριση της ινσουλίνης, βελτιώνει την ινσουλινοευαισθησία και προάγει την αντοχή στη γλυκόζη .
Βιταμίνη D και Λοιμώξεις αναπνευστικού
Τα χαμηλά επίπεδα 25(OH)D3 έχουν συσχετισθεί με λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος. Πιστεύεται ότι η βιταμίνη D μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην ανοσία και την πρόληψη των λοιμώξεων, καθώς ενδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας την έκφραση των γονιδίων άμυνας. Σύμφωνα με μελέτες, επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για φυματίωση, κρυολόγημα, γρίπη και άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού .
Βιταμίνη D και ψωρίαση
Σαν ρυθμιστής του πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης των κυττάρων η βιταμίνη D είναι πιθανός θεραπευτικός παράγων για την ψωρίαση. Πράγματι, έρευνες έδειξαν ότι καταστέλλει τον πολλαπλασιασμό και διεγείρει την τελική διαφοροποίηση των κερατινοκυττάρων.
ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ – ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ : Υπερβολικά υψηλές δόσεις βιταμίνης D μπορούν να προκαλέσουν διάφορα συμπτώματα, όπως υπερασβεστιαιμία, υπερφωσφοροαιμία, ναυτία, τάση για έμετο, ίλιγγο, ανορεξία, δίψα, ατονία, διάρροια, πολυουρία, νεφρολιθίαση κ.ά .
Να μη λαμβάνεται παράλληλα με αντιεπιληπτικά φάρμακα, βαρβιτουρικά και κορτικοστεροειδή, καθώς μπορεί να μειωθεί η δράση της. Η χολεστυραμίνη και η υγρή παραφίνη μπορεί να μειώσουν την απορρόφησή της .
Η βιταμίνη D πιθανόν να ενισχύσει τη δράση της διγοξίνης, ενώ με θειαζίνες υπάρχει αυξημένος κίνδυνος υπερασβεστιαιμίας .

Συνήθης χρήση: Μία κάψουλα την ημέρα.

 

Εταιρία

HEALTH BIOLAND